μουσομήτωρ

μουσομήτωρ
μουσομήτωρ, -ορος, ἡ (Α)
(ως προσωνυμία τής Μνήμης) η μητέρα τών Μουσών, από την οποία πηγάζουν οι μουσικές τέχνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα + μήτωρ (< μήτηρ) πρβλ. θεο-μήτωρ].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μουσομήτορα — μουσομήτωρ the mother of Musesand all arts fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μουσομήτορ' — μουσομήτορα , μουσομήτωρ the mother of Musesand all arts fem acc sg μουσομήτορι , μουσομήτωρ the mother of Musesand all arts fem dat sg μουσομήτορε , μουσομήτωρ the mother of Musesand all arts fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μητέρα — και μήτηρ, η (ΑΜ μήτηρ, Α δωρ. τ. μάτηρ Μ και μητρί) 1. γυναίκα που έχει γεννήσει παιδί, μάννα 2. θηλυκό ζώο που έχει γεννήσει 3. πρώτη αρχή, αφορμή, αιτία («ἀργία μήτηρ πάσης κακίας», γνωμ.) 4. επίθετο τής Γης ως μητέρας όλων τών εμψύχων και… …   Dictionary of Greek

  • μούσα — (Αστρον.). Διεθνώς Musa 600. Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 14 Ιουνίου 1906. Το φαινόμενομέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι περίπου 13,0 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και από τον Ήλιο 10,18. * * * (I) η (ΑΜ μοῡσα, Α… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”